Η Cyta βρίσκεται συνεχώς στη δίνη της φημολογίας και στο στόχαστρο της κυβέρνησης, παγιδευμένη στη μέγγενη της ιδεολογικής προσήλωσης και των κυβερνητικών σχεδιασμών για ιδιωτικοποίηση. Ο στόχος της ιδιωτικοποίησης της Cyta μέσα από ανακόλουθες προεκλογικές δεσμεύσεις, διλημματικές πολιτικές, μεταβαλλόμενες διαδικασίες και τακτικισμούς, φανερώνουν την απουσία γνησιότητας στον λόγο και οι πολίτες έχουν λόγους να βλέπουν υποκρυπτόμενα προσωπικά και κομματικά συμφέροντα.
Συνεχίζει να απουσιάζει από μέρους της κυβέρνησης η προσήλωση και ευαισθησία σε συνταγματικά ζητήματα που προσκρούει το νομοσχέδιο που αφορά στην αλλαγή του θεσμικού πλαισίου της Cyta. Η υποβάθμιση του ίδιου του συντάγματος μας, δεν είναι χωρίς συνέπειες για τη δημοκρατία στη χώρα μας. Αντίθετα, αποτελεί παρωδία της δημοκρατίας και ένα πλεόνασμα αυταρχισμού και υποκρισίας.
Σ’ ένα κλίμα προσεγμένης σιγής που προηγήθηκε και στην απουσία ενημέρωσης των ενδιαφερομένων, δημοσιοποιούνται νομοσχέδια και αναδύονται νέα σενάρια έλευσης Στρατηγικού Επενδυτή. Πρόθεση της κυβέρνησης ως παλαιότερα εκφράστηκε δια μέσου του αρμόδιου υπουργού, η μετοχοποίηση/ αποκρατικοποίηση της Cyta και μετατροπή της σε μετοχική εταιρεία, με στόχο την προσέλκυση του στρατηγικού επενδυτή. Αυτό διαγνώσαμε μέσα από την ανάγνωση των δύο νέων προσχεδίων νόμου που προτίθενται να καταθέσουν στη βουλή, με το παραπλανητικό πρόσχημα ότι το νέο εταιρικό σχήμα θα ελέγχεται αποκλειστικά από το κράτος. Στην πραγματικότητα προωθεί τη διάλυση του σημερινού καθεστώτος λειτουργίας του οργανισμού. Ισοδυναμεί με αργό θάνατο και οδηγεί στην εκποίηση ενός κερδοφόρου οργανισμού κοινής ωφέλειας στα ιδιωτικά συμφέροντα.
Θυμίζουμε ότι στις 26 Ιουλίου 2010, με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, η τότε κυβέρνηση της Ελλάδος εκποίησε αθόρυβα τον σημαντικότερο Εθνικό οργανισμό Τηλεπικοινωνιών της Ελλάδος (ΟΤΕ). Ουσιαστικά, ξεπουλήθηκε σε αυτούς που ακολούθως δεν επένδυσαν στην ανάπτυξη. Από κορυφαίος παρόχος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, κατάντησε μικρομάγαζο της DT και έχουν χαθεί χιλιάδες θέσεις εργασίας. Επέφερε προβλήματα από-επενδύσεων και υπερφορολόγησης των πολιτών, αφού το κράτος έχει αναγκαστεί να αντικαταστήσει τα απολεσθέντα έσοδα από τα μερίσματα, με αύξηση φόρων. Ο κίνδυνος αυτός είναι υπαρκτός και άμεσος για την Cyta και την κυπριακή κοινωνία. Το σενάριο πανομοιότυπο.
Αγνοούν επιμελώς και κλείνουν τα μάτια στο χάος που δημιούργησε η συναφής αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος του μοναδικού εμπορικού λιμανιού στο νησί μας. Αυξήθηκαν τα τέλη, αυξήθηκε το κόστος λειτουργίας, ασύμφορη η παραγωγή, εργαζόμενοι στο δρόμο. Αντί να προβληματίσει η τραυματική αυτή εμπειρία, δε διστάζουν, κυβέρνηση και κυβερνών κόμμα, με κάθε ευκαιρία, να δηλώνουν την ιδεολογική προσήλωση, αλλά αγκύλωση για την κοινωνία, στις ιδιωτικοποιήσεις.
Είναι σε όλους γνωστό ότι η Cyta. λειτουργεί ως αυτόνομος και αυτοχρηματοδοτούμενος τηλεπικοινωνιακός οργανισμός, με δική του περιουσία. Δεν επιχορηγείται από τον κρατικό προϋπολογισμό, είναι ένας υγιής και κερδοφόρος οργανισμός και κάθε χρόνο συνεισφέρει σημαντικό μέρος των κερδών του, στην κοινωνία. Μόνο τα τελευταία χρόνια έχει συνεισφέρει περίπου € 800 εκατ, που συνέβαλαν στην μείωση του χρέους της χώρας.
Με τις προβλεπόμενες νομοθετικές ρυθμίσεις συνειδητά η Cyta οδηγείται σε συνθήκες που θα διευκολύνουν το στόχο της ιδιωτικοποίησης. Γίνεται αβέβαιο το μέλλον των εργαζόμενων στον οργανισμό, αφού δεν διασφαλίζονται οι θέσεις εργασίας και το εργασιακό καθεστώς στην νέα εταιρεία, ως εντέχνως προβάλλεται. Οι θεσμοί της πολιτείας ως το ΕΤΕΚ και ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας έχουν ήδη γνωμοδοτήσει στο παρελθόν και εκφράζουν ανησυχίες για τις ελάχιστες προϋποθέσεις και απαιτήσεις ως προς το μοντέλο εταιρικής διακυβέρνησης μιας διαδόχου εταιρείας ώστε να διασφαλίζεται η χρηστή διοίκηση, η καλή απόδοση, η καλή διαχείριση, η διαφάνεια, η αντικειμενικότητα και η ισονομία.
Στη δική μας αντίληψη το όλο σκηνικό που εξελίσσεται τα τελευταία χρόνια, ερμηνεύεται σε αναπτυξιακό φρένο και εργασιακή ανασφάλεια. Όταν ο μεγαλύτερος Τηλεπικοινωνιακός Οργανισμός στην χώρα μας και αποδεδειγμένα η πιο επιτυχημένη επιχείρηση, δεν μπορεί να εφαρμόσει ένα φιλόδοξο αναπτυξιακό πρόγραμμα, δύο τινά μπορούν να συμβαίνουν: είτε υπάρχει ανικανότητα, είτε υπάρχει σκοπιμότητα. Η ποιότητα του προσωπικού που αποδεδειγμένα αποτελεί το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο της Cyta καθώς και η μέχρι σήμερα πορεία του οργανισμού, ακυρώνουν κάθε υπόνοια ανικανότητας και επιβεβαιώνουν την σκοπιμότητα που σήμερα υπάρχει. Οι εργασιακές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σαν αποτέλεσμα της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων σε συνδυασμό με το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον που προηγήθηκε δημιούργησαν εν πολλοίς το αίσθημα αδιεξόδου στους εργαζόμενους. Η εθελούσια δημιούργησε περαιτέρω ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό σε κρίσιμους επιχειρησιακούς και λειτουργικούς τομείς και η συνεχιζόμενη πολιτική απαγόρευσης προσλήψεων δημιουργεί προβλήματα δυσλειτουργίας και εντατικοποίησης των όρων και των συνθηκών εργασίας. Οι εργαζόμενοι στη Cyta, μια επιχείρηση που επιθυμεί και πρέπει να αναπτύσσεται, αξίζουν να εργάζονται με αξιοπρέπεια και να αντιμετωπίζονται ως «επένδυση» και όχι ως «κόστος».
Η Cyta πρέπει να αφεθεί να σχεδιάσει και να εφαρμόσει το νέο Στρατηγικό της Σχέδιο που θα κινείται στο νέο παγκόσμιο τηλεπικοινωνιακό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί με βάση τις συνεχείς εξελίξεις στο χώρο της ευρυζωνικότητας και της σύγκλισης των τεχνολογιών επικοινωνίας. Σε ένα διαρκώς εξελισσόμενο περιβάλλον, η αγορά αναζητεί νέα επιχειρηματικά μοντέλα και αναπτυξιακές διεξόδους μέσα από τη δημιουργία στρατηγικών συνεργασιών. Αυτό είναι που χρειάζεται σήμερα η Cyta και σε καμιά περίπτωση αλλαγή του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας της κατά τρόπο που σταδιακά θα οδηγήσει στο ξεπούλημα της.
Καλούμε την Κυβέρνηση να ξεπεράσει τις ιδεοληψίες της, να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και να διασφαλίσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συνταγματικά, οικονομικά και εθνικά συμφέροντα της κοινωνίας, μέσα από μια ορθολογιστική διαχείριση του εθνικού πλούτου. Η επιλογή του κράτους δεν πρέπει να είναι κοντόφθαλμη, καθαρά εισπρακτική και χωρίς συναίσθηση της σημασίας του τηλεπικοινωνιακού κλάδου για τη χώρα μας.
Η ΠΑΣΕ-ΑΤΗΚ (ΠΟΑΣ) έχοντας πλήρη συναίσθηση του ρόλου της και ιδιαίτερα στην προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων αλλά και της επιτυχούς πορείας της Cyta, παρεμβαίνει με αυτή την ανακοίνωση και απευθύνεται προς όλους τους εμπλεκόμενους και τους καλεί να είναι δεόντως προσεκτικοί και υπεύθυνοι, ώστε να αποφευχθούν τακτικές ξεπουλήματος του Οργανισμού. Η Cyta πρέπει να παραμείνει Δημόσιος Οργανισμός με αναβαθμισμένο ρόλο, πυλώνας στήριξης της οικονομίας και κοινωνικής ανάπτυξης. Πυλώνας σε θέματα εθνικής ασφάλειας απέναντι στις καθημερινές τουρκικές προκλήσεις που δεν επιδέχονται διαπραγμάτευσης ούτε εκπτώσεων.